19.12.06

Με ρωτούσαν που πήγαν τα ρούχα μου
και τα φορούσα όλα
μέχρι και το κίτρινο κασκόλ του Ψ έπνιγε το λαιμό μου.
Ποια ρούχα μου; Αφού τα φοράω όλα. Μέχρι και το κίτρινο κασκόλ του Ψ!
Τα κορίτσια δεν απαντούσαν σε αυτό, τα αγόρια όμως, σκαρφαλωμένα στους λόφους
αποδοκίμαζαν κάθε μου ψευδαίσθηση. Τίναζαν τα δικά τους κίτρινα κασκόλ στον αέρα
και σφύριζαν με τα δάχτυλα. Πράγματι, στη θέα των αμέτρητων κίτρινων κασκόλ, πείστηκα
πως το δικό μου δεν υπήρχε και τόσο.
Εντάξει, μόνο ο λαιμός μου είναι γυμνός.
Όμως, πριν τελειώσω τη φράση μου, ένα κορίτσι με είχε πυροβολήσει εκεί με κάποιο σιωπηλό όπλο.
Κι από μια τρύπα μικρότερη από αυτή των αυτιών έβγαινε αίμα που τύλιγε το λαιμό μου κι έπηζε. Κούρνιαζε στους ώμους για λίγο, ύστερα συνέχιζε προς το σβέρκο και από 'κει κατέβαινε τη ράχη μου.
Ένιωσα μια πρωτόγνωρη ζέστη όταν τρύπωσε πάλι στο σώμα μου και ταυτόχρονα μια ανυπόφορη ηδονή - όλοι με κοιτούσαν ικανοποιημένοι και τα κεφάλια τους μεγάλωναν γύρω μου ασταμάτητα, ώσπου δημιούργησαν μια στέγη, ένα θόλο πάνω από το δικό μου κεφάλι.
Δεν έβλεπα πια τους λόφους κι ούτε ξεχώριζα τα αγόρια από τα κορίτσια. Ήταν πιο όμορφο κι από εκείνο του ύπνου, το συναίσθημα - γιατί ερχόταν από έξω, δεν πήγαζε από εμένα. Ήταν ένα συναίσθημα-επισκέπτης. Μύριζε τρυφερή μούχλα το καινούριο μου σπίτι.



0 Comments:

Post a Comment

<< Home