19.1.07

-Τι κάνεις εδώ;
-Να μη σε νοιάζει.
-Είπαμε δεν θα ξανάρθεις
-Είπα.
-Τότε;
-Είδα ένα όνειρο.
-Δε με νοιάζει.
-Δε με νοιάζει.
-Να το πεις αλλού.
-Δεν ήμουν γυμνή. Ένιωθα γυμνή. Φορούσα κανονικά ρούχα. Δεν έκανε ζέστη ούτε κρύο. Περπατούσα. Ερχόμουν εδώ...ή έφευγα από το σπίτι μου...Περπατούσα κανονικά. Και ξαφνικά ένιωσα γυμνή. Ενώ ένιωθα στο δέρμα μου όλα μου τα ρούχα. Και κοίταξα. Ήταν εκεί. Τα φορούσα. Ντρεπόμουν. Ντρεπόμουν τόσο γιατί ήξερα πως ήμουν σε όνειρο οπότε οι πιθανότητες να με έβλεπαν οι άλλοι γυμνή ενώ ήμουν ντυμένη ήταν...Υπήρχαν δηλαδή πολλές πιθανότητες. Έστω υπήρχε μεγάλη πιθανότητα να με βλέπουν ντυμένη και να με αντιλαμβάνονται αλλιώς. Και ντρεπόμουν τόσο πολύ γιατί ΔΕΝ ΗΞΕΡΑ. Και μετά κρύωνα φυσικά. Σε κάθε βήμα και περισσότερο. Και στη διασταύρωση με το βιβλιοπωλείο κάποιος είπε "αυτή έχει μπλαβιάσει".
-Μπλαβιάσει;
-Ναι. Είναι μια λέξη που δεν έχω χρησιμοποιήσει ποτέ. Απορώ κι αν την έχω ακούσει ποτέ. Λες κι ήρθε από το όνειρο κάποιου άλλου. Αυτού που μίλησε.
-Κι εκεί ξύπνησες;
-Δε θυμάμαι.
-Τον είδες αυτόν που μίλησε;
-Ποτέ δεν τους κοιτάω.
-Δεν ήσουν γυμνή για τους υπόλοιπους άρα.
-Δε μείωσε την ντροπή μου αυτό.
-Πήγαινε τώρα. Είπαμε. Είπες.
-Ναι οκ. Ξέρω ότι έρχεται κάποιος και ρωτάει για μένα.
-Όχι.
-Γαμιόλη. Τα βρήκατε...
-Ξέρεις πολύ καλά-
-Ξέρω μωρή θες να πω το όνομά μου.

0 Comments:

Post a Comment

<< Home